26.2.13

out of the blue and into the black

όταν θέλεις κάτι πολύ, λένε, γίνεται.
όταν δε θέλεις κάτι καθόλου αλλά το σκέφτεσαι, γίνεται;

μαύρη κατάρα, ανία, βαρεμάρα

όχι έμπνευση, απλά πολλά πράγματα στο κεφάλι που αισθάνεσαι ότι δεν έχεις το χρόνο να τα πεις κι είτε αναλώνεσαι σε άλλα και δε λες τίποτα είτε λες ένα, δυο για να πεις πως τά' πες. 
και δε φοβάσαι τον ακροατή. 
φοβάσαι εσένα ως ακροατή.
φοβάσαι για εσένα, όταν ακουστούν οι λέξεις που θα βγουν από τα χείλη σου.
όταν ο ήχος φτάσει στ'αυτιά κι έπειτα στη συνείδηση.

τι στα κομμάτια είναι πάλι αυτή η συνείδηση;

και την ψυχή σου φοβάσαι.
θες ν'ακούσει όσα έχεις να πεις;
κι αν όλα αυτά βγαίνουν απ'την ψυχή, τότε δε φοβάσαι.
αν βγαίνουν απ'το κεφάλι όμως;
τότε; φοβάσαι; 
δεν πρέπει να φοβηθείς τότε;

10.2.13

δες με!

θες να φωνάξεις κοίτα με! να τραβήξεις τα βλέμματα. να είσαι για λίγο το επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
θες.
κι ύστερα να σ'αφήσουν πάλι στην ησυχία σου.
δίχως βλέμματα να σε κατασκοπεύουν.
δίχως βλέμματα να σε παρατηρούν.
δίχως να περνά τυχαία ακόμα το βλέμμα τους από πάνω σου.
τίποτα.
στην ησυχία σου.
και μετά πάλι στην
προσοχή. για λίγο, μέχρι να φάει και να καρδαμώσει το εγώ σου.
κι έπειτα πάλι τα ίδια. πάλι ησυχία. πάλι σκοτάδι.

λίγο φως, λίγο σκοτάδι. 
σα να κρατάς ισορροπίες.

θες να τους λείψεις.
θες να δεις αν σημαίνεις.

κι έπειτα σε γδέρνεις κι αναρωτιέσαι αν ζητάς πολλά.

κι έπειτα συνειδητοποιείς ότι πάλι τρώνε τη σάρκα σου τα λυσσασμένα του τσίρκου λιοντάρια.

9.2.13

βλέπεις;

Βρωμιά. Μόνο βρωμιά. Μένει, ζει κι αναπνέει στη βρωμιά. Βρώμικοι άνθρωποι, βρώμικες σκέψεις, βρώμικα λόγια. Μόνο βρωμιά. Παντού βρωμιά. Τα νύχια της μακραίνουν γρηγορότερα. Ίσως για να τα μπήγει στη σάρκα της κάθε φορά που πληγώνει. Μια γρατζουνιά, ένα αιματηρό βαθούλωμα, για κάθε πόνο. Για όλο τον πόνο.
Μα κοίτα τη. Κοίτα για λίγο τα μάτια της. Ορκίστηκες πως όταν βλέπεις τα μάτια της, μπορείς να δεις την ψυχή της. Κοίτα. Βλέπεις;
Βλέπεις.
Ψιθύρισέ της ότι στα μάτια σου δεν είναι το τέρας που εκείνη νομίζει.
Ότι για σένα, είναι ό,τι ήταν πάντα.
                         Και ό,τι θα είναι για πάντα.

8.2.13

άγραφοι κανόνες, γράφετε τη δυστυχία (θυμήσου)

(μακρινός ήχος απ'τη βαβούρα της πόλης)
              (μακριά ο εκκωφαντικός ήχος της μοναξιάς)
περπατούσε στην πόλη χωρίς τσάντα. τι είχε λεφτά μαζί του, τι δεν είχε. τι είχε κλειδιά, τι δεν είχε. δεν τον ένοιαζε.
στο δάσος όμως, σ'αυτό το πολύ συγκεκριμένο δάσος, είχε πάντα ένα σακίδιο στην πλάτη.
κρεμόταν απ'τους ώμους του σα σακί που μόλις άδειασε στον πάγκο της λαϊκής.
δεν ήταν παραγεμισμένο ως συνηθίζεται σε τέτοιους περιπάτους. είχε όμως τα απαραίτητα.
ένα νερό, έναν χυμό, κάτι για τη λιγούρα, κάτι για την πείνα. χρήματα μήπως και ξεμείνει.
πάντα μ'αυτό το σακίδιο. σα νά'ταν το εισιτήριό του γι'αυτό το δάσος.
σα να μην μπορούσε να μπει χωρίς αυτό.
δεν ήταν κανόνας του δάσους. κανόνας δικός του ήταν.
λες και αν δεν είχε να φάει, δε θα έσκυβε μια μουριά να τον ταΐσει.
λες και αν διψούσε, δε θα έσταζε άφθονο το ρυάκι στο στόμα του.
λες κι αν κουραζόταν, δε θα έβρισκε έναν πλάτανο να τον σκεπάσει για να κοιμηθεί.

κι αυτό το σχοινί; μια χοντρή τριχιά που ερχόταν απ'τις ρίζες του και τον ακολουθούσε μέχρι όπου εκείνος αποφάσιζε. μόνο αν κάτι του φαινόταν λογικό, μόνο αν κάτι το εξέταζε και έδειχνε ν'αξίζει να προχωρήσει, μόνο τότε τραβούσε το σχοινί να μακρύνει, για (να φτάσει εκεί.
ο δύστυχος, δεν μπορούσε να τρέξει.

7.2.13

caution my f r i e n d

πόσο άσχημο είναι να σου έχουν κάνει μαλακία και να μην μπορείς να εμπιστευτείς, να δυσκολεύεσαι βασικά... ή να φοβάσαι; να θέλεις και να φοβάσαι. πόσο θά' θελα να κρεμάσω πάνω μου μια νέον επιγραφή "Προσοχή! Φίλος μ' έφτυσε. Γλιστράει." ή "Βαριές κουβέντες; Use them wisely." ή "Μετά από κενό αέρος κι εσύ δε θα έλυνες τη ζώνη σου." ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων.
και πάλι θα πιστέψεις, θα βουτήξεις και, δε γαμιέται, θα πληγωθείς.
Ας πάει στην ευχή πια! Ουφ.

 

6.2.13

λεςκαιδενμπορείκάτιναμηνέχειτίτλοπια

ώρες ώρες νομίζω πως το κεφάλι μου έχει ερωτήσεις μόνο. 

γιατί αφήνεις κάτι που δεν πρέπει να σε τρώει, να τρέφεται με το μέσα σου;

να, βλέπεις;
πάλι ρωτάω.
όλο ρωτάω.

γιατί και γιατί και γιατί.

κι αυτή η ζήλια; που δεν είναι ζήλια; 
αυτό το πράγμα που, ουφ, δεν ξέρω πώς λέγεται.
αυτό που ενώ ξέρεις ποια είσαι για εκείνον, σκέφτεσαι τι θα είναι η άλλη στο μέλλον. κάτι τέτοιο.

παραλογισμοί και άλλες τέτοιες ιστορίες.

(θέλω να ζωγραφίσω, να ζωγραφίσω, να χορέψω, να χορέψω και να μ'αρέσει. ν' αρέσει και σε σένα. και να μη δίνω δεκάρα για κανέναν άλλο. για σένα όλες τις δεκάρες μου. για σένα.)

5.2.13

jukebox + manual

τι είναι όριο; τι είναι ζήλια, αφοσίωση και μίσος; τι είναι ανοσία; τι είναι εκμετάλλευση; τι είναι αναισθησία; τι είναι υπερβολή; τι είναι...
ένα jukebox θά' θελα. το jukebox των χαμένων, πληγωμένων, πικραμένων, αναπάντητων ερωτήσεων.
ας έδινα μια περιουσία για να βρω απαντήσεις.
απαντήσεις που μόνο η ζωή μπορεί να φέρει. για μια ακόμη φορά αυτή η γυναίκα είναι καριόλα.
αν δεν την περπατήσεις, δε θα μάθεις. ερχόμαστε άγραφες πλάκες και για να φτάσουμε στη γνώση πρέπει να μαστιγώσουμε με άγριο μελάνι αυτό το κατάλευκο πλαίσιο. άγριο τις πιο πολλές φορές..
ένα manual θά' θελα.
ναι, ένα εγχειρίδιο για τη ζωή.
είναι από εκείνες τις μέρες που θες να παραδοθείς ανάσκελα στο ρεύμα της θάλασσας παρά να κολυμπήσεις ή να παίξεις με μια μπάλα στα ρηχά.